Την προηγούμενη Δευτέρα 25 Οκτωβρίου, έκπληκτος ο Ελληνικός λαός παρακολούθησε στη διακαναλική συνέντευξη έναν πανικόβλητο πρωθυπουργό, να προσπαθεί εκβιάζοντας τον Ελληνικό λαό με ψευτοδιλήμματα τύπου «θέλω στήριξη των κυβερνητικών υποψηφίων στις αυτοδιοικητικές εκλογές ή αλλιώς πάμε για πρόωρες εκλογές», να ενισχύσει τους υποψήφιους του κόμματός του.
Είναι πασιφανές πλέον σε όλους τους Έλληνες πολίτες, ότι η κατρακύλα των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ δεν έχει τελειωμό, είναι πασιφανές ότι οι Έλληνες πολίτες δεν εκβιάζονται και θα δώσουν ένα σαφέστατο πολιτικό μήνυμα καταδίκης των λανθασμένων κυβερνητικών πολιτικών στις εκλογές της 7ης και 14ης Νοεμβρίου.
Και ενώ πλέον σε όλους τους Έλληνες πολίτες αποδεικνυόταν ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός», την ίδια ώρα σε τηλεοπτική του επίσης συνέντευξη, ο επίτιμος πρόεδρος του κόμματος της ΝΔ, επέλεγε ως κατάλληλη χρονική συγκυρία για την απαράδεκτη επίθεση του εναντίον της Νέας Δημοκρατίας, του κόμματος δηλαδή που υπηρέτησε και που τον υπηρέτησε τιμώντας τον και αναδεικνύοντάς τον πρωθυπουργό της χώρας και εναντίον του Προέδρου του κόμματος Αντώνη Σαμαρά, που λιγότερο από ένα χρόνο πριν εκλέχθηκε από τη βάση της ΝΔ και πέτυχε έως σήμερα την αναδιοργάνωση του κόμματος, την επανασυσπείρωση του πολιτικού μας χώρου, αλλά και την επιβολή της πολιτικής του ατζέντας στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές.
Είναι προφανές ότι η επίθεση αυτή από τον επίτιμο πρόεδρο δεν είναι τυχαία ούτε ευκαιριακή -άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται- αλλά εντάσσεται στα πλαίσια ενός ευρύτερου σχεδίου για την αποδυνάμωση, πολυδιάσπαση και τελικά περιθωριοποίηση της παράταξης. Είναι επίσης αυτονόητο ότι θα πρέπει η ΝΔ να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους φαινόμενα. Τα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΝΔ, οφείλουν να καλέσουν με τον προσήκοντα σεβασμό και τιμή που αρμόζει σε έναν πρώην πρωθυπουργό και πρώην πρόεδρο του κόμματος τον επίτιμο πρόεδρο για να δώσει τις ανάλογες εξηγήσεις.
Όλοι μας πρέπει να γνωρίζουμε ότι υπηρετούμε ένα μεγάλο, ιστορικό κόμμα με τεράστια προσφορά στο έθνος, τη χώρα, τους Έλληνες πολίτες. Οφείλουμε, λοιπόν, να τηρούμε τις αρχές και το καταστατικό λειτουργίας του ή αν διαφωνούμε πολιτικά με τις επιλογές του, γενναία να διαχωρίζουμε τη θέση μας και να ακολουθούμε τη δική μας πορεία. Και αυτό ισχύει για όλους. Είτε πρόκειται για απλό κομματικό μέλος, είτε για τον επίτιμο πρόεδρο του κόμματός μας. Γιατί υπεράνω του ατομικού υπάρχει πάντοτε το συλλογικό συμφέρον της παράταξης που υπηρετούμε.